Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τα πανεπιστήμια. Το φάντασμα των αγώνων ενάντια στην αναδιάρθρωση και το μπλοκάρισμα των εκπαιδευτικών νόμων

Όλο το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου, το κράτος του, οι κυβερνήσεις του, τα ΜΜΕ και ένα κομμάτι φοιτητών και εργαζομένων που ταύτισαν τα συμφέροντά τους με αυτά του κεφαλαίου, επιστρατεύθηκαν για να ξεπεραστεί η κρίση στην εκπαίδευση, να επιβληθεί η αναδιάρθρωση και να επισπευστεί η επιστροφή στην ομαλότητα των αγωνιζομένων που αντιστάθηκαν στην υποτίμηση της ζωής και της εργασίας τους, την αύξηση του κόστους φοίτησής τους και αμφισβήτησαν -έστω προσωρινά- τις κυρίαρχες καπιταλιστικές σχέσεις.

55

Η αναδιάρθρωση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Το πανεπιστήμιο δεν έχει δική του ιστορία. η ιστορία του είναι η ιστορία του κεφαλαίου. Η αναδιάρθρωσή του έχει σαφείς στόχους: την επαναφορά της κερδοφορίας του κεφαλαίου, τη μεγαλύτερη σύνδεση της εκπαίδευσης με την καπιταλιστική παραγωγή και την αποκατάσταση του ελέγχου στο εσωτερικό του. Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι το κοινωνικό συμβόλαιο των προηγούμενων χρόνων -αποτέλεσμα των κοινωνικών και ταξικών αγώνων εκείνης της περιόδου- έχει πια παρέλθει και το μόνο που μπορεί να μας υποσχεθεί πλέον ο καπιταλισμός είναι ότι η υποτίμηση της ζωής μας δεν έχει πιάσει ακόμα πάτο.

Ό,τι περισσεύει και είναι αντιπαραγωγικό για τις ανάγκες του κεφαλαίου θα πετιέται στο καλάθι των αχρήστων ή θα αναλαμβάνει το ίδιο την αναπαραγωγή του. Η αδυναμία του κρατικού προϋπολογισμού να καλύψει το κόστος του εργατικού δυναμικού των ΑΕΙ – ΤΕΙ οδηγεί σε πρώτο χρόνο στη μείωση των εργαζομένων και μελλοντικά στην κάλυψη των βασικών λειτουργιών τους από εργολαβίες (με ό,τι αυτό συνεπάγεται: ελαστικές σχέσεις εργασίας, πενιχροί μισθοί, εργοδοτική τρομοκρατία) όπως ήδη συμβαίνει σε αρκετούς άλλους τομείς (καθαριότητα, σίτιση και φύλαξη). Η όποια κρατική χρηματοδότηση θα παρέχεται μέσω αξιολόγησης της «παραγωγικότητας» κάθε σχολής, μετατρέποντας τα πανεπιστήμια σε αυτόνομες οικονομικές μονάδες που, προκειμένου να επιβιώσουν, θα αναζητούν οικονομικούς πόρους στο ιδιωτικό κεφάλαιο -προσανατολίζοντας επομένως και τις σπουδές και την έρευνα προς τα ιδιωτικά συμφέροντα- ή θα οδηγούνται σε δίδακτρα (όπως ήδη συμβαίνει σε πολλά μεταπτυχιακά) ή θα  συγχωνεύονται/καταργούνται (όπως συνέβη σε πολλές σχολές και τμήματα με την εφαρμογή του Σχεδίου Αθηνά). Η υποχρηματοδότηση είναι και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων των πανεπιστημίων και την παραγωγή άμεσου κέρδους μέσω της άμισθης ή έμμισθης εργασίας των προπτυχιακών ή μεταπτυχιακών φοιτητών, στα πλαίσια των διπλωματικών ή ερευνητικών προγραμμάτων που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των σπουδών.

Η δωρεάν φοιτητική μέριμνα, που προηγούμενοι κύκλοι αγώνων είχαν κατοχυρώσει, δεν θα μπορούσε να μείνει στο απυρόβλητο. Φοιτητικές εστίες και λέσχες περιφράσσονται, λειτουργώντας με αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια ή αντίτιμο, συγγράμματα και σημειώσεις παρέχονται μόνο μέσω διαδικτύου, το κόστος των εισιτηρίων είναι ήδη μεγάλο και η επίθεση στον κοινωνικό μισθό μας δεν έχει τέλος. Η πειθάρχηση και ο έλεγχος αποτελούν κεντρικά σημεία της τρέχουσας αναδιάρθρωσης. Η εντατικοποίηση των σπουδών, η εφαρμογή του ορίου φοίτησης (ν+2), τα μαθήματα αλυσίδες, ο εσωτερικός κανονισμός και οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπει, σε συνδυασμό με τις πολεοδομικές περιφράξεις -κατάργηση του ασύλου, κλειδωμένες αίθουσες, έφοδοι και εκκενώσεις πολιτικών στεκιών, δυσκολότερη πρόσβαση στους δημόσιους χώρους του ιδρύματος- συνθέτουν ένα αποστειρωμένο περιβάλλον, καθαρά για ακαδημαϊκούς σκοπούς, αποκλείοντας οποιαδήποτε κοινωνική χρήση του πανεπιστημίου και περιορίζοντας την όποια δημιουργική και αγωνιστική διάθεση.

Διαμορφώνεται, λοιπόν, ένα νέο μοντέλο πανεπιστημίου, που οι διαφορές του με μια επιχείρηση είναι πλέον δυσδιάκριτες. Τα πάντα λειτουργούν με όρους αγοράς, αποδοτικότητας και κέρδους. Έτσι, το κόστος της εκπαίδευσης που δεν μπορεί να καλυφθεί μέσω κρατικών δαπανών, είτε μεταφέρεται στις τσέπες των φοιτητών και των οικογενειών τους (μέσω της αύξησης του κόστους φοίτησης ή διδάκτρων) είτε σε ατομικούς καπιταλιστές (επιχειρήσεις) είτε και στους δύο. Ταυτόχρονα, η μηδαμινή κοινωνική ανέλιξη που προσφέρει πια η κατοχή ενός πτυχίου μειώνει τις προσδοκίες των εκπαιδευόμενων και ενισχύει τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, προκειμένου να εξαντλήσουν τις όποιες πιθανότητες για κοινωνική κινητικότητα και ένταξη με καλύτερους όρους σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Η σταδιακή ιδιωτικοποίηση κομματιών των πανεπιστημίων φαίνεται αυτή τη στιγμή να αποτελεί κεντρική στρατηγική του κεφαλαίου και του κράτους του για τη διαχείριση της εκπαιδευτικής κρίσης αλλά και για τη παραγωγή ενός ευέλικτου και πειθαρχημένου εργατικού δυναμικού έτοιμου να ζήσει συλλογικά (σαν τάξη) με τα λίγα  και να παλέψει για τα υπόλοιπα ατομικά.

και οι αγώνες ενάντιά της

015

Η ιστορία του πανεπιστημίου, όμως, δεν είναι μόνο ιστορία του κεφαλαίου αλλά και της ταξικής πάλης. Των κοινωνικών και ταξικών αγώνων δηλαδή, των οργανωμένων ή αόρατων αρνήσεων, των μικρών ή μεγάλων στιγμών ανυπακοής, των ατομικών ή συλλογικών αντιστάσεων στην περαιτέρω εκμετάλλευση μας, που πραγματώνονται εντός ή εκτός των αμφιθεάτρων όλα αυτά τα χρόνια. Οι καινούριοι, κάθε φορά, εκπαιδευτικοί νόμοι και κανονισμοί και η συνεχιζόμενη αναδιάρθρωση αποδεικνύουν ότι το πανεπιστήμιο δεν έχει τεθεί ακόμα πλήρως στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Ο πρόσφατος αγώνας των διοικητικών υπαλλήλων ενάντια στο μέτρο της διαθεσιμότητας και οι καθημερινοί αγώνες ενάντια στην αύξηση του κόστους φοίτησης αποδεικνύουν ότι ο ταξικός ανταγωνισμός μέσα στα πανεπιστήμια δεν έχει πει την τελευταία του λέξη.

Ένας από τους μεγαλύτερους απεργιακούς αγώνες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αυτός των διοικητικών υπαλλήλων, έλαβε χώρα το προηγούμενο διάστημα και προσπάθησε να μπλοκάρει τις διαθεσιμότητες 1349 εργαζομένων από 8 πανεπιστήμια. Η διάρκεια, η αγωνιστική διάθεση και οι δράσεις των απεργών διαφοροποιούνταν από ίδρυμα σε ίδρυμα, επηρεάζοντας και τη συμμετοχή και τη στήριξη του αγώνα από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες.

Στη Θεσσαλονίκη και στο ΑΠΘ, η απεργία δεν κατάφερε σε κανένα σημείο της να γίνει απειλητική, καθώς ούτε ουσιαστική περιφρούρηση της απεργίας ούτε μπλοκάρισμα της διοικητικής, ερευνητικής κι εκπαιδευτικής διαδικασίας υπήρξε. Βιβλιοθήκες, γραμματείες και εργαστήρια λειτουργούσαν κανονικά και τίποτα ικανό να διαταράξει την ομαλότητα της εξεταστικής των φοιτητών δεν πράχθηκε. Η αγωνιστική διάθεση των απεργών εκφράστηκε μέσα από λίγες και άμαζες πορείες, δελτία τύπου, συναυλίες και προτροπές προς τις πρυτανικές αρχές για αναστολή της λειτουργίας του ιδρύματος. Μετά από 6-7 εβδομάδες, η απεργία έληξε, καθώς δεν κατάφερε ούτε να συσπειρώσει τους διοικητικούς -αφού οι περισσότεροι αναζήτησαν ατομικές λύσεις- ούτε να συναντηθεί με άλλα πληττόμενα κομμάτια εντός του πανεπιστημίου, εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις (κυρίως στο δρόμο με φοιτητές).

Στα ιδρύματα του ΕΚΠΑ και του ΕΜΠ στην Αθήνα, η κατάσταση διαμορφώθηκε εντελώς διαφορετικά. 15 εβδομάδες απεργίας, περιφρουρήσεις, μπλοκαρίσματα των βασικών λειτουργιών του πανεπιστημίου, καταλήψεις φοιτητικών συλλόγων, πορείες, κινητοποιήσεις και εξωστρεφείς δράσεις συντάραξαν την κανονικότητα των ΑΕΙ και αψήφησαν για λίγο τις καπιταλιστικές προσταγές. Ο αγώνας των διοικητικών στην Αθήνα, και κυρίως στο ΕΚΠΑ, προσπάθησε να ξεπεράσει το συντεχνιακό του χαρακτήρα και τους διαχωρισμούς και να συνδεθεί με άλλα αγωνιζόμενα κομμάτια της τάξης, εντός και εκτός του πανεπιστημίου, θέτοντας συνολικότερα αιτήματα. Τα κατάφερε σε αρκετά μεγάλο βαθμό τόσο με τους φοιτητές, που μπήκαν δυναμικά στον αγώνα -με καταλήψεις των σχολών τους και συμμετοχή στις περιφρουρήσεις, στις δράσεις και στις διαδηλώσεις- όσο και με αλληλέγγυους από την τοπική κατάληψη της Βίλλας Ζωγράφου. Η λήξη της απεργίας του ΕΜΠ, με το ΠΑΜΕ να τάσσεται υπέρ της, σε συνδυασμό με την κούραση, έθεσε σαφή όρια και στον αγώνα των απεργών του ΕΚΠΑ, οι οποίοι σταμάτησαν πριν τα Χριστούγεννα. Η λήξη του απεργιακού αγώνα δεν έχει συνδυαστεί μέχρι στιγμής με κάποιο συγκεκριμένο αποτέλεσμα από την πλευρά της κυβέρνησης, πέρα από κάποιες διαβεβαιώσεις για επαναπρόσληψη ενός αριθμού εργαζομένων.

Την ίδια περίπου χρονική περίοδο με την έναρξη του αγώνα των διοικητικών, η φοιτητική λέσχη του ΑΠΘ παραμένει κλειστή, καθώς δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με την εργολαβία/catering που θα την αναλάβει. Και όταν επιτέλους ανοίγει, εντείνονται οι προτροπές και οι ανακοινώσεις για έκδοση κάρτα σίτισης και οι διαδικασίες ελέγχου στην είσοδο (που είχαν ξεκινήσει σποραδικά από πέρυσι), αποκλείοντας εκείνα τα κομμάτια της τάξης που δεν έχουν στη τσέπη την απόδειξη της φοιτητικής τους ιδιότητας: φοιτητές και φοιτήτριες που δεν πληρούν τα κριτήρια (είναι μεγαλύτεροι από ν+2, φοιτούν στο ΠΑΜΑΚ, δεν έχουν κάνει αίτηση για κάρτα σίτισης), μετανάστες, εργαζόμενοι και άνεργες, όλοι αυτοί που δεν ανήκουν στην προνομιακή πανεπιστημιακή κοινότητα του ΑΠΘ. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της λέσχης χάνεται  και το κόστος ζωής των περισσευούμενων, φοιτητών και μη, όλο και αυξάνεται. Η επιθετική αυτή κίνηση όμως συναντάει από την πρώτη στιγμή την αντίδραση συνελεύσεων αγώνα και αυτόνομων σχημάτων -στη συνέχεια και κομματιών της αριστεράς- που μπλοκάρουν καθημερινά τον έλεγχο της φοιτητικής ταυτότητας και σαμποτάρουν οποιαδήποτε προσπάθεια αναβάθμισής του, καθιστώντας τη λέσχη προσβάσιμη σε όλους και όλες. Ο αγώνας μέχρι αυτή τη στιγμή παραμένει  ανοιχτός.

Για μια ανταγωνιστική πολιτική

Το πανεπιστήμιο και οι λειτουργίες του μεταβάλλονται καθημερινά, απόρροια των συνεχών καπιταλιστικών αλλαγών. Ταυτόχρονα μεταβάλλονται και οι όροι του ανταγωνισμού μέσα σε αυτό. Είναι εμφανές ότι οι μορφές και τα περιεχόμενα των μέχρι τώρα αγώνων, αν και έχουν καταφέρει να μπλοκάρουν μερικώς τους εκπαιδευτικούς νόμους, αδυνατούν να απαντήσουν στη συνολική επίθεση που βιώνουμε. Πιστεύουμε ότι τα περιεχόμενα και οι μορφές του αγώνα πρέπει να παράγονται από τους ίδιους τους αγωνιζόμενους και τις σχέσεις που παράγουν στις κοινότητές τους και όχι από τους ειδικούς των κινημάτων και τις κομματικές διαμεσολαβήσεις, και να στοχεύουν στο ξεπέρασμα των διαχωρισμών και των ταυτοτήτων (φοιτητικών και μη). Η προάσπιση των ταξικών μας συμφερόντων, η ικανοποίηση των αναγκών και των επιθυμιών μας αποτελούν ανταγωνιστικά περιεχόμενα, που αποσκοπούν στη συλλογική μας ανατίμηση στους χώρους που καθημερινά κινούμαστε, στην ανακατάληψη της ζωής και της αξιοπρέπειάς μας και στη διεκδίκηση όλων αυτών που καθημερινά μας κλέβουν.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι αγώνες που ανοίγονται μπροστά μας είναι αυτοί ενάντια στη μετακύλιση του κόστους φοίτησης στις πλάτες μας, ενάντια στην περαιτέρω εντατικοποίηση μας καθώς και αυτοί ενάντια στις πολεοδομικές περιφράξεις.

Τη στιγμή που το κράτος ιδιωτικοποιεί κομμάτια του πανεπιστημίου και περικόπτει τη δωρεάν φοιτητική μέριμνα, που προηγούμενοι φοιτητικοί αγώνες κατάφεραν να καθιερώσουν, εμείς αρνούμαστε να πληρώσουμε το κόστος αναπαραγωγής μας. Θέτουμε στο κέντρο τον έμμεσο μισθό μας και την καλύτερη διαβίωση στους χώρους μας και καλλιεργούμε μια κουλτούρα άρνησης της περαιτέρω υποτίμησή μας. Δεν πληρώνουμε στις λέσχες και στις μεταφορές, διεκδικούμε περισσότερες εστίες, χρησιμοποιούμε εκτυπωτικά μηχανήματα, τυπογραφικές μονάδες, γραφική ύλη, αναλώσιμα του πανεπιστημίου για την κάλυψη των αναγκών μας.

Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και νόμοι, πέραν των άλλων, στοχεύουν και στην παραγωγή ενός συγκεκριμένου εργατικού δυναμικού: εντατικοποιημένου, πειθαρχημένου και ευέλικτου, που να ανταποκρίνεται στις εκάστοτε απαιτήσεις του κεφαλαίου. Μέσα από την φοιτητική καθημερινότητα, που περιλαμβάνει ατελείωτες εργασίες, χαμηλόμισθες πρακτικές, κυνήγι πιστωτικών μονάδων, υποχρεωτικές παρακολουθήσεις, διαμορφώνεται το μοντέλο του μελλοντικού εργαζόμενου. Εμείς από την πλευρά μας, απαιτούμε τη μείωση των ρυθμών σπουδών, διεκδικούμε ξανά τον ελεύθερο χρόνο μας, σαμποτάρουμε την αναπαραγωγή κι εκπαίδευση των αυριανών εργαζομένων.

Η πολεοδομική περίφραξη των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων που έχει ενταθεί τον τελευταίο καιρό με εκκενώσεις πολιτικών καταλήψεων και αυτοδιαχειριζόμενων στεκιών, με το κλείδωμα των αιθουσών και τον έλεγχο των δημόσιων χώρων περιορίζει και ελέγχει την πρόσβαση και χρησιμοποίηση των χώρων του. Σαμποτάρουμε τους ελέγχους και σπάμε τις κλειδαριές κοινωνικοποιώντας τους ίδιους τους χώρους αλλά και τις χρήσεις του πανεπιστημίου. Επιμένουμε να χρησιμοποιούμε και να καταλαμβάνουμε χώρους του πανεπιστημίου για τη στέγαση των αναγκών και των επιθυμιών μας, τη δημιουργία συντροφικών σχέσεων και την καλύτερη οργάνωση των αγώνων μας.

Κλείνοντας, θεωρούμε κομβικό να καταστεί κοινή αντίληψη  ότι η φοιτητική μας ιδιότητα και ταυτότητα, συνεπώς και ο φοιτητικός χαρακτήρας των αγώνων μας, είναι κάτι που θέλουμε να ξεπεράσουμε. Η γυάλα μέσα στην οποία πραγματώνονται οι αγώνες μας πρέπει να σπάσει και να αναζητηθούν εκείνες οι συνδέσεις που θα ενώσουν το μπλοκάρισμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, τις απεργίες και τους εργατικούς αγώνες, τις αντιφασιστικές δράσεις και τις εξεγέρσεις των μεταναστών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την εναντίωση στα μεταλλεία χρυσού και την υπεράσπιση του φυσικού τοπίου, τους τοπικούς αγώνες γειτονιάς και τις επανασυνδέσεις ρεύματος, τους αγώνες ενάντια στην έμφυλη καταπίεση και τις στιγμές αμφισβήτησης των έμφυλων ρόλων τις μικρές ή μεγάλες αρνήσεις που συμβαίνουν καθημερινά. Η επικοινωνία και η συνάντηση διαφορετικών αγωνιστικών κομματιών αποτελεί τη μόνη απάντηση απέναντι στη συνολική επίθεση που βιώνουμε.

Επομένως, παραμένει ακόμα ανοιχτό ερώτημα αλλά και στοίχημα για όλες και όλους εμάς που οργανωνόμαστε ενάντια στην εκπαιδευτική και όχι μόνο αναδιάρθρωση, αν το φάντασμα των αγώνων και των κινητοποιήσεων ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις θα εξαϋλωθεί, επιτρέποντας την ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων και την καθολική αναδιάρθρωσή τους, ή αν θα καταφέρει να πάρει στέρεη μορφή αντιστρέφοντας αυτό που φαίνεται προτετελεσμένο.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *